- ψυχόμαντις
- ψυχόμαντιςnecromancerfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ОРАКУЛ ПО СНОВИДЕНИЯМ — • Ψυχομαντει̃ον, или Ψυχοπομπει̃ον, или оракул явления духов умерших (см. Divinatio, Дивинация, 6); также место, где ψυχόμαντις посредством заклинаний вызывал духи умерших, чтобы их спрашивать: таких мест было в Греции много, в Италии … Реальный словарь классических древностей
μάντης — ο και μάντις, ο, η, θηλ. και μάντισσα (AM μάντις, εως, ὁ, ἡ, Α ιων. γεν. ιος, Μ θηλ. και μάντισσα) 1. αυτός που ασχολείται με τη μαντική, αυτός που προλέγει τα μέλλοντα, ο προφήτης («ὠργίζοντο δὲ καὶ τοῑς χρησμολόγοις καὶ μάντεσι», Θουκ.) 2.… … Dictionary of Greek
ψυχομάντης — ο / ψυχόμαντις, άντεως, ΝΑ, θηλ. ψυχομάντισσα Ν νεκρομάντης. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχή + μάντις / μάντης (πρβλ. νεκρό μαντις)] … Dictionary of Greek
ψυχομαντείο — το / ψυχομαντεῑον, ΝΜΑ [ψυχόμαντις] νεκρομαντείο … Dictionary of Greek